dev·il·ish·ly [ˈdevəlɪʃli] ΕΠΊΡΡ
1. devilishly (mischievously):
- devilishly smile, wink
-
- devilishly smile, wink
-
-
- devilishly
-
- devilishly
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.