στο λεξικό PONS
I. anti·bi·ot·ic [-baɪˈɒtɪk, αμερικ -ˈɑ:t̬ɪk] ΟΥΣ usu pl
- antibiotic
-
II. anti·bi·ot·ic [-baɪˈɒtɪk, αμερικ -ˈɑ:t̬ɪk] ΕΠΊΘ αμετάβλ
- antibiotic
-
anti·biˈ·ot·ic-re·sist·ant ΕΠΊΘ
antibiotic-resistant disease, infection, bacteria:
- antibiotic-resistant
-
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
antibiotic resistance ΟΥΣ
- antibiotic resistance
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.