Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
immense [βρετ ɪˈmɛns, αμερικ ɪˈmɛns] ΕΠΊΘ (all contexts)
- immense
- immense
- with great/immense satisfaction
-
στο λεξικό PONS
immense [ɪˈmens] ΕΠΊΘ
- immense
- immense
- immense importance
-
immense [ɪ·ˈmen(t)s] ΕΠΊΘ
- immense
- immense
- immense importance
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.