impiegata στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για impiegata στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.impiegato [impjeˈɡato] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

impiegato → impiegare

III.impiegato (impiegata) [impjeˈɡato] ΟΥΣ αρσ (θηλ)

impiegato (impiegata)
impiegato (impiegata)
impiegato (impiegata)
impiegato (impiegata)
impiegato (impiegata)

Βλέπε και: impiegare

2. impiegare (utilizzare):

Μεταφράσεις για impiegata στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
impiegato αρσ / impiegata θηλ
impiegata θηλ
impiegato αρσ / impiegata θηλ
impiegata θηλ tuttofare
impiegato αρσ statale / impiegata θηλ statale
impiegato αρσ aggiunto / impiegata θηλ aggiunta
impiegato αρσ / impiegata θηλ
impiegato αρσ di banca / impiegata θηλ di banca

impiegata στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για impiegata στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

Μεταφράσεις για impiegata στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
impiegata θηλ factotum
impiegato(-a) αρσ (θηλ)
impiegato(-a) αρσ (θηλ)
impiegato(-a) αρσ (θηλ)
impiegato(-a) αρσ (θηλ) di banca
impiegato(-a) αρσ (θηλ)
impiegato(-a) αρσ (θηλ) delle poste
impiegato(-a) soprannumerario αρσ (θηλ)
impiegato(-a) αρσ (θηλ)

impiegata Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

impiegato(-a) αρσ (θηλ) delle poste
impiegato(-a) αρσ (θηλ) di banca

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "impiegata" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski