appiccicarsi στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για appiccicarsi στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.appiccicare [appittʃiˈkare] ΡΉΜΑ μεταβ

II.appiccicare [appittʃiˈkare] ΡΉΜΑ αμετάβ βοηθ ρήμα avere

Μεταφράσεις για appiccicarsi στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

appiccicarsi στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για appiccicarsi στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

Μεταφράσεις για appiccicarsi στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

appiccicarsi Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
Un ammorbidente, che ha anche proprietà antistatiche, agisce legandosi alla superficie delle fibre tessili e impedendo loro di appiccicarsi tra loro durante la fase dell'asciugatura.
it.wikipedia.org
Tuttavia sono inadatte a cancellare completamente grandi aree e possono macchiare o appiccicarsi se troppo calde.
it.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "appiccicarsi" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski