Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „χαλασμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

χαλασμός [xalazˈmɔs] SUBST αρσ

1. χαλασμός (καταστροφή):

χαλασμός
Zerstörung θηλ

2. χαλασμός (φασαρία):

χαλασμός
Tumult αρσ
γινόταν χαλασμός!

Παραδειγματικές φράσεις με χαλασμός

γινόταν χαλασμός!

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский