Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „χάλασμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

χάλασμα [ˈxalazma] SUBST ουδ

1. χάλασμα (καταστροφή):

χάλασμα
Zerstörung θηλ

ιδιωτισμοί:

die Trümmer πλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский