Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φύτρο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φύτρο [ˈfitrɔ] SUBST ουδ

1. φύτρο (φυτικό έμβρυο):

φύτρο
Keim αρσ

2. φύτρο (βλάστημα):

φύτρο
Trieb αρσ

3. φύτρο μτφ (γέννημα):

Saat θηλ des Teufels

Παραδειγματικές φράσεις με φύτρο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский