Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φύσαλος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φύσαλος [ˈfisalɔs] SUBST αρσ

φύσαλος
Finnwal αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский