Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φαρμακερός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φαρμακερ|ός <-ή, -ό> [farmacɛˈrɔs] ΕΠΊΘ και μτφ (λόγια)

φαρμακερός
giftig, Gift-
Giftzahn αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский