Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „υπήκοος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

υπήκοος [iˈpikɔɔs] SUBST mf

1. υπήκοος (κράτους):

υπήκοος

2. υπήκοος ΙΣΤΟΡΊΑ (ηγεμόνα):

υπήκοος
Untertan αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский