Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „υπερώριμος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

υπερώριμ|ος <-η, -ο> [ipɛˈrɔrimɔs] ΕΠΊΘ

υπερώριμος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский