Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „υπάγομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

υπ|άγομαι <-ήχθην, -ηγμένος> [iˈpaɣɔmɛ] VERB αυτοπ ρήμα

υπάγομαι σε

Παραδειγματικές φράσεις με υπάγομαι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский