Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τόκος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τόκος [ˈtɔkɔs] SUBST αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με τόκος

Wucherzins αρσ
απλός τόκος
τόκος δανείου
τόκος δολαρίου
Dollarzins αρσ
μικτός τόκος
Bruttozins αρσ
Diskont αρσ
σταθερός τόκος
feste Zinsen αρσ πλ
σύνθετος τόκος
Zinseszins αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский