Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „τρέφομαι“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

sich ernähren von +δοτ
τρέφομαι από
sich nähren von +δοτ
τρέφομαι με
τρέφομαι με κονσέρβες

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский