Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σωτηρία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σωτηρία [sɔtiˈria] SUBST θηλ

1. σωτηρία:

σωτηρία
Rettung θηλ
Heilsarmee θηλ

2. σωτηρία ΘΡΗΣΚ:

σωτηρία
Erlösung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский