Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σωφρονισμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σωφρονισμός [sɔfrɔnizˈmɔs] SUBST αρσ

1. σωφρονισμός (συνέτιση):

σωφρονισμός

2. σωφρονισμός (τιμωρία):

σωφρονισμός
Züchtigung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский