Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σωστός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σωστ|ός <-ή, -ό> [sɔsˈtɔs] ΕΠΊΘ

1. σωστός (ορθός, όπως πρέπει):

σωστός

2. σωστός (από χαρακτήρα):

σωστός

Παραδειγματικές φράσεις με σωστός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский