Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σφουγγαρίστρα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σφουγγαρίστρα [sfuŋgaˈristra] SUBST θηλ

1. σφουγγαρίστρα (γυναίκα):

σφουγγαρίστρα
Putzfrau θηλ

2. σφουγγαρίστρα (σκούπα):

σφουγγαρίστρα
Mopp αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский