Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: συμπρωτεύουσα , συμμέτοχος , συμμετρία , συμμετοχή και συμμετέχω

συμπρωτεύουσα [simbrɔˈtɛvusa] SUBST θηλ

συμμετέχω [simɛˈtɛxɔ] VERB αμετάβ ohne Aoriststamm

συμμετοχή [simɛtɔˈçi] SUBST θηλ

3. συμμετοχή ΟΙΚΟΝ (το μερίδιο):

Anteil αρσ

συμμετρία [simɛˈtria] SUBST θηλ

1. συμμετρία (αρμονία):

Ebenmaß ουδ

συμμέτοχος [siˈmɛtɔxɔs] SUBST mf

Teilhaber(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский