Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στιγμιαίος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στιγμιαί|ος <-α, -ο> [stiɣmiˈɛɔs] ΕΠΊΘ

στιγμιαίος
στιγμιαίος καφές
στιγμιαίος καφές
Instantkaffee αρσ
στιγμιαίος μέλλοντας ΓΛΩΣΣ

Παραδειγματικές φράσεις με στιγμιαίος

στιγμιαίος μέλλοντας
στιγμιαίος καφές

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский