Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σκευοφυλάκιο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σκευοφυλάκιο [scɛvɔfiˈlaciɔ] SUBST ουδ

1. σκευοφυλάκιο (κουζίνας):

σκευοφυλάκιο

2. σκευοφυλάκιο (εκκλησίας):

σκευοφυλάκιο
Sakristei θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский