Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προτεραιότητα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προτεραιότητα [prɔtɛrɛˈɔtita] SUBST θηλ

1. προτεραιότητα:

προτεραιότητα
Vorrang αρσ
προτεραιότητα
Priorität θηλ
έχει προτεραιότητα
bekundete Präferenzen θηλ πλ

2. προτεραιότητα (οδική):

προτεραιότητα
Vorfahrt θηλ
παραχωρώ την προτεραιότητα

Παραδειγματικές φράσεις με προτεραιότητα

έχει προτεραιότητα
παραχωρώ την προτεραιότητα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский