Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προσφυγή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προσφυγή [prɔsfiˈji] SUBST θηλ

1. προσφυγή:

προσφυγή σε
Zuflucht θηλ zu
προσφυγή στο δικαστήριο

Παραδειγματικές φράσεις με προσφυγή

προσφυγή θηλ ακύρωσης
προσφυγή ακύρωσης
προσφυγή στο δικαστήριο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский