Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προδίδω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . προδ|ίνω [prɔˈðinɔ], προδ|ίδω [prɔˈðiðɔ] <-ωσα, -όθηκα, -ομένος> VERB μεταβ

II . προδίνομαι o προδίδομαι VERB αυτοπ ρήμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский