Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παραβολικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παραβολικ|ός <-ή, -ό> [paravɔliˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. παραβολικός (λόγος):

παραβολικός

3. παραβολικός:

παραβολικός ΗΛΕΚ, ΦΥΣ
parabolisch, Parabol-

Παραδειγματικές φράσεις με παραβολικός

παραβολικός κύλινδρος
παραβολικός ανακλαστήρας

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский