Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ορόσημο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ορόσημο [ɔˈrɔsimɔ] SUBST ουδ

1. ορόσημο:

ορόσημο
Grenzzeichen ουδ

2. ορόσημο (ειδικά πέτρα):

ορόσημο
Grenzstein αρσ

3. ορόσημο μτφ:

ορόσημο
Meilenstein αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский