Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „οροφή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

οροφή [ɔrɔˈfi] SUBST θηλ

1. οροφή (ταβάνι):

οροφή
Decke θηλ

2. οροφή (στέγη):

οροφή
Dach ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский