Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „ξεσηκώνομαι“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

sich auflehnen gegen +αιτ
ξεσηκώνομαι κατά +γεν
sich erheben gegen +αιτ
εξεγείρομαι, ξεσηκώνομαι κατά +γεν
sich empören gegen +αιτ
επαναστατώ, ξεσηκώνομαι εναντίον/κατά +γεν

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский