Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ξεγοφιάζομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ξεγοφιά|ζομαι <-στηκα, -σμένος> [ksɛɣɔˈfçazɔmɛ] VERB αυτοπ ρήμα οικ

ξεγοφιάζομαι στη δουλειά
ξεγοφιάζομαι στο περπάτημα
ξεγοφιάζομαι στο χορό

Παραδειγματικές φράσεις με ξεγοφιάζομαι

ξεγοφιάζομαι στη δουλειά
ξεγοφιάζομαι στο περπάτημα
ξεγοφιάζομαι στο χορό

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский