Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μεταγλωττίζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μεταγλωττί|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [mɛtaɣlɔˈtizɔ] VERB μεταβ

1. μεταγλωττίζω (μεταφράζω):

μεταγλωττίζω

2. μεταγλωττίζω (ταινία):

μεταγλωττίζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский