Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „λώρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

λώρος [ˈlɔrɔs] SUBST αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με λώρος

ομφάλιος λώρος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский