Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „λωτός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

λωτός [lɔˈtɔs] SUBST αρσ

λωτός (φρούτο)
Kaki θηλ
λωτός (λουλούδι)
Lotosblume θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский