Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κρισιμότητα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κρισιμότητα [krisiˈmɔtita] SUBST θηλ

1. κρισιμότητα (κατάστασης):

κρισιμότητα
Ernst αρσ

2. κρισιμότητα ΦΥΣ:

κρισιμότητα
Kritikalität θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский