Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κουράρω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κουράρ|ω <-ισα> [kuˈrarɔ] VERB μεταβ

κουράρω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский