Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κουβέρτα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κουβέρτα [kuˈvɛrta] SUBST θηλ

1. κουβέρτα (για το κρεβάτι):

κουβέρτα
Decke θηλ

2. κουβέρτα ΝΑΥΣ:

κουβέρτα
Deck ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με κουβέρτα

μονωτική κουβέρτα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский