Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καύχημα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καύχημα [ˈkafçima] SUBST ουδ

καύχημα
Stolz αρσ
είναι το καύχημα του

Παραδειγματικές φράσεις με καύχημα

είναι το καύχημα του

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский