Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καυχιέμαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καυ|χιέμαι <-χήθηκα> [kaˈfçɛmɛ] VERB αυτοπ ρήμα

καυχιέμαι για κάτι

Παραδειγματικές φράσεις με καυχιέμαι

καυχιέμαι για κάτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский