Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καταπάτηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καταπάτησ|η <-εις> [kataˈpatisi] SUBST θηλ

1. καταπάτηση (παραβίαση):

καταπάτηση
Verletzung θηλ

2. καταπάτηση (σφετερισμός):

καταπάτηση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский