Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κατάγομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κατάγομαι [kaˈtaɣɔmɛ] VERB αυτοπ ρήμα ohne Aoriststamm

1. κατάγομαι (από τόπο):

κατάγομαι από

2. κατάγομαι (από προπάτορες):

κατάγομαι από

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский