Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καθαρός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καθαρ|ός <-ή, -ό> [kaθaˈrɔs] ΕΠΊΘ

1. καθαρός (όχι λερωμένος):

καθαρός
Rosenmontag αρσ

2. καθαρός (διαυγής):

καθαρός

3. καθαρός (σαφής):

καθαρός

4. καθαρός (αγνός, ανόθευτος):

καθαρός

5. καθαρός (για εισόδημα, βάρος):

καθαρός
Netto-
Nettogewicht ουδ
Nettopreis αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με καθαρός

μικτός/καθαρός μισθός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский