Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καθαρμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καθαρμός [kaθarˈmɔs] SUBST αρσ

1. καθαρμός (καθαρισμός):

καθαρμός
Reinigung θηλ

2. καθαρμός (κάθαρση):

καθαρμός
Läuterung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский