Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εποχική“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εποχική εργασία
Saisonarbeit θηλ
εποχική εργασία
Saisonarbeit θηλ
εποχική μετανάστευση ΟΙΚΟΝ
εποχική ανεργία
εποχική ανεργία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский