Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εποφθαλμιώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εποφθαλμι|ώ <-άς> [ɛpɔfθalmiˈɔ] VERB μεταβ nur präs und imperf

εποφθαλμιώ κάτι
nach etw δοτ trachten

Παραδειγματικές φράσεις με εποφθαλμιώ

εποφθαλμιώ κάτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский