Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επιφυλάσσω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

II . επιφυλάσσομαι VERB αυτοπ ρήμα

Παραδειγματικές φράσεις με επιφυλάσσω

της επιφυλάσσω μια έκπληξη

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский