Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επισημότητα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επισημότητα [ɛpisiˈmɔtita] SUBST θηλ

1. επισημότητα (εγγράφου κτλ):

επισημότητα
Amtlichkeit θηλ

2. επισημότητα (εορταστική συμπεριφορά, ύφους):

επισημότητα
Feierlichkeit θηλ

3. επισημότητα (τυπικότητα):

επισημότητα
Förmlichkeit θηλ

4. επισημότητα (αξιοπρέπεια, εμφάνισης κτλ):

επισημότητα
Vornehmheit θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский