Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εξαγορά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εξαγορά [ɛksaɣɔˈra] SUBST θηλ

1. εξαγορά (κρατουμένου):

εξαγορά
Loskauf αρσ

2. εξαγορά (κατάθεσης μάρτυρα):

εξαγορά
Erkaufen ουδ

3. εξαγορά (δωροδοκία):

εξαγορά
Bestechung θηλ

4. εξαγορά (θητείας):

η εξαγορά της θητείας

5. εξαγορά (εταιρείας):

εξαγορά
Übernahme θηλ
εξαγορά μετοχών
εξαγορά επιχείρησης

Παραδειγματικές φράσεις με εξαγορά

εξαγορά μετοχών
εξαγορά επιχείρησης
η εξαγορά της θητείας

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский