Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δότης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δότης (δότρια) [ˈðɔtis, ˈðɔtria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

δότης (δότρια)
Spender(in) αρσ (θηλ)
δότης αίματος
Blutspender(in) αρσ (θηλ)
δότης οργάνου
Organspender(in) αρσ (θηλ)
δότης σπέρματος
Samenspender αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με δότης

δότης αίματος
Blutspender(in) αρσ (θηλ)
δότης οργάνου
Organspender(in) αρσ (θηλ)
δότης/δότρια αρσ/θηλ αίματος
Blutspender(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский