Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δοκός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δοκός [ðɔˈkɔs] SUBST αρσ

1. δοκός (από ξύλο):

δοκός
Balken αρσ

2. δοκός ΑΘΛ:

Schwebebalken αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με δοκός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский