Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διετία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διετία [ðiɛˈtia] SUBST θηλ

διετία
διετία
zwei Jahre ουδ πλ
στη διετία που
την επόμενη διετία
σε μία διετία

Παραδειγματικές φράσεις με διετία

στη διετία που
την επόμενη διετία
σε μία διετία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский